Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

 


Η φενάκη του "Chicken Game"

Άρθρα | 26-09-2012 12:12



Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης προεκλογικής περιόδου και με φόντο την αναμέτρηση που διεξήχθη στις κάλπες πριν από περίπου εκατό ημέρες, πολύς λόγος έγινε από πολιτικούς σχολιαστές, πολιτευτές και αναλυτές για ένα κλασικό «Chicken Game» το οποίο παιζόταν μεταξύ της Ελλάδας από τη μία μεριά και της Γερμανίας από την άλλη. Το... παίγνιο της κότας αναφέρθηκε πολλάκις υπό μορφή λεκτικού πυροτεχνήματος οιονεί επιχειρηματολογίας σε συζητήσεις γύρω από στρογγυλά πολιτικά τραπέζια, σε πάνελ διαξιφισμού μεταξύ υποψηφίων, ενώ όπλισε και την προεκλογική φαρέτρα κομμάτων που υποστήριζαν τη ρήξη με την πολιτική λιτότητας που επιβάλλεται ως μονόδρομος από το Γερμανικό κατεστημένο. Οι υποστηρικτές της τακτικής αυτής εμπνέονταν από τη θεμελιώδη ανάλυση του παραδείγματος αυτού της θεωρίας παιγνίων, που εκτιμά ως καταστροφικό το αποτέλεσμα της σύγκρουσης των δύο αντιπάλων, υπό την έννοια ότι η απειλή της αμοιβαίας αυτής καταστροφής δρα αποτρεπτικά καθιστώντας απαγορευτικό για τις δύο πλευρές το σενάριο της μη υποχώρησης σε αυτή τη μάχη μέχρις εσχάτων.

Η θεμελίωση του επιχειρήματος της προσομοίωσης της διελκυστίνδας Ελλάδας-Γερμανίας μέσω του παιγνίου «Chicken Game» εδράζεται στο γεγονός ότι οι επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης σκλήρυνσης της στάσης της Ελληνικής πλευράς και άρνησης συμμόρφωσης με τις επιταγές της Τρόικα για νέα, δημοσιονομικού χαρακτήρα μέτρα, μόνον ως αμελητέες δεν μπορεί να εκτιμηθούν. Και τούτο, διότι οι δυνητικές συνέπειες που θα επέφερε μία ανάλογη στάση και απάντηση της Γερμανικής πλευράς στο ίδιο «συγκρουσιακό» μήκος κύματος, με απειλή παραδείγματος χάριν διακοπής του προγράμματος χρηματοδοτικής βοήθειας που παρέχεται στην ελληνική οικονομία μέσω του διεθνούς μηχανισμού στήριξης, εκτείνονται σε όλο το γεωγραφικό μήκος και πλάτος της Ευρωζώνης εγκυμονώντας την απειλή ενός ντόμινο με απρόβλεπτη εξέλιξη. Η επιλογή σύγκρουσης με τη Γερμανική κυβέρνηση και κατ’ επέκταση με την Ευρωζώνη στη σημερινή της μορφή, υπό τους παρόντες συσχετισμούς δυνάμεων, δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι εξακολουθεί να συνιστά μία παράμετρο ρίσκου για τη Γερμανία, σε μία στιγμή ιδιαίτερα ευαίσθητη για την αποκατάσταση του κλίματος σταθεροποίησης του ευρώ ως «irreversible currency» (κοινού νομίσματος, δηλαδή, η πορεία του οποίου δεν μπορεί να αναστραφεί).

Αλλά αυτή η μάλλον στατική θεώρηση παρουσιάζει κάποιες αδυναμίες, οι οποίες μάλιστα διογκώνονται προϊόντος του χρόνου αλλάζοντας κατά τη γνώμη μου την ορθή οπτική γωνία παρατήρησηςτου υπό εξέταση παιγνίου:

Πρώτον, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (επενδυτικές, εμπορικές και λοιπές τράπεζες) της Ευρωζώνης, κυρίως δε οι Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες και ασφαλιστικές, έχουν πλέον πολύ μικρότερη έκθεση σε ομολογίες του Ελληνικού Δημοσίου εν συγκρίσει με το διάστημα στις αρχές του 2010. Δεύτερον, οι μηχανισμοί της Ευρωζώνης είναι περισσότερο κοντά -ή τουλάχιστον λιγότερο μακριά- από μία οριστική λύση, σε σχέση με την αρχική περίοδο της κρίσης. Και τρίτον, οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί τείνουν να στεγανοποιήσουν σε σημαντικό βαθμό την ελληνική περίπτωση.

Σε αυτό το πλαίσιο, θα τολμούσα να παρουσιάσω το παίγνιο ως δυναμικά εξελισσόμενο μεταξύ δύο μαζών που αφενός μεταβάλλονται αντιστρόφως ανάλογα και αφετέρου κινούνται, βαίνουσες προς τη σύγκρουση, με ταχύτητα η οποία αυξάνεται όσο μειώνεται η μάζα τους. Πιο απλά, αλλά όχι απλοϊκά, οι οδηγοί των δύο οχημάτων που κρατάνε σταθερό το τιμόνι απειλώντας να μην το στρίψουν μέχρι τέλους και να συγκρουστούν κατά μέτωπο, αφενός δεν οδηγούν πλέον ισοβαρή οχήματα, αφετέρου οδεύουν προς την κατά μέτωπο σύγκρουση με διαφορετική ταχύτητα: ταχύτερα -και άρα περισσότερο ανεξέλεγκτα και επικίνδυνα- η πλευρά με τη μικρότερη μάζα, ελεγχόμενα -με συγκρατημένη ταχύτητα- η πλευρά με τη μεγαλύτερη.

Είμαι υπέρμαχος της άποψης ότι την περίοδο του 2010 -ίσως ακόμα και μέχρι την πρόταση δημοψηφίσματος το Νοέμβριο του 2011- τα οχήματα στέκονταν το ένα απέναντι στο άλλο με συγκρίσιμες μάζες, σχεδόν επί ίσοις όροις και συνεπώς «κουβαλούσαν» τον αμοιβαία υψηλό κίνδυνο μιας καταστροφικής σύγκρουσης με ανυπολόγιστες συνέπειες και για τις δύο πλευρές. Όμως, ενόσω ο χρόνος ισχυροποιούσε την πλευρά της Γερμανίας αυξάνοντας τη μάζα και μειώνοντας την ταχύτητα, η συγκρουσιακή ισχύς του ελληνικού οχήματος εξασθενούσε, η ταχύτητα με την οποία οδηγείτο στο γκρεμό αυξανόταν και η αποτυχία πρόσδεσης και των υπόλοιπων χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου στο οικείο όχημα αλλοίωνε το βασικό χαρακτηριστικό του «Chicken Game».

Τη δεδομένη χρονική στιγμή, η ανταγωνιστική θεώρηση της αλληλεπίδρασης Ελλάδας - Γερμανίας δεν είναι η ενδεδειγμένη. Η Ευρωζώνη πολύ δύσκολα θα καταφέρει να επιλύσει την κρίση χωρίς να αποδεχθεί το στοιχείο της συνεργασίας, της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ πραγματικών εταίρων και όχι αντιπάλων. Σε αυτό το πλαίσιο, η χώρα μας μπορεί να ελπίζει σε πολιτική λύση που θα υποθάλπτει τη συνεργασία όλων των πλευρών, θέτοντας στο περιθώριο τα τιμωρητικά σενάρια της θυσίας της Ιφιγένειας που, εφόσον υλοποιηθούν, θα ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου θέτοντας τις ηγέτιδες δυνάμεις της Ευρωζώνης αντιμέτωπες με όσους επιθυμούν ωφελιμιστικά να περάσει το ενιαίο νόμισμα στην ιστορία ως το απόλυτο αντιπαράδειγμα μιας «βέλτιστης νομισματικής περιφέρειας».

Πηγή:www.capital.gr

 



Επιστροφή

Newsletter