Του Κωνσταντίνου Γκράβα 

Προκειμένου να αξιολογηθεί σε αντικειμενική βάση η συμφωνία του χθεσινού Eurogroup (15ης Ιουνίου) είναι χρήσιμο να συνεκτιμηθούν οι εξής παράγοντες: πρώτον, η αποφυγή είτε ενός πιστωτικού ατυχήματος λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας προς τους ιδιώτες και επίσημους πιστωτές, είτε ενός ατυχήματος ρευστότητας εξαιτίας της αποστράγγισης των ταμειακών διαθεσίμων για την αποσόβηση του εν λόγω πιστωτικού ατυχήματος• δεύτερον, η δυνατότητα ένταξης της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ακριβέστερα, στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης (ΕΚΤ)• και τρίτον, η πρόοδος σε σχέση με την απαραίτητη ελάφρυνση του χρέους που αποτελεί αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την ανάκαμψη και βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Για τον πρώτο παράγοντα, το ξεκλείδωμα της δόσης συμφωνήθηκε με γνώμονα την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους που ωριμάζει το καλοκαίρι, με την πρώτη εκταμίευση ύψους 7,7 δισ. ευρώ να προγραμματίζεται για τις αρχές Ιουλίου, εκ των οποίων τα 6,9 δισ. θα επιστρέψουν στους πιστωτές και τα υπόλοιπα θα χρησιμοποιηθούν για επόμενες πληρωμές τόκων. Με απλά λόγια τα δανεικά θα εκταμιευθούν για την εξόφληση δανεικών• μια λογιστική εγγραφή από την αριστερή τσέπη στη δεξιά. 

Για τον δεύτερο παράγοντα, το QE, η χώρα μας θα παραμείνει για αρκετό ακόμα διάστημα εκτός του προγράμματος αγοράς τίτλων που εκπονεί η ΕΚΤ από τις αρχές του 2015. Για δύο λόγους: πρώτον, επειδή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν πρόκειται να χαρακτηρίσει το ελληνικό χρέος ως βιώσιμο δεδομένου ότι θα περιμένει τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης μετά το τέλος του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018• και δεύτερον, διότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα διακυβεύσει το κύρος που απολαμβάνει ως θεσμικά ανεξάρτητη νομισματική αρχή στην Ευρωζώνη με το να διαφοροποιηθεί από το ΔΝΤ χαρακτηρίζοντας σαν άσπρο κάτι που το Ταμείο δείχνει ως μαύρο.  

Για τον τρίτο παράγοντα, τον οδικό χάρτη ελάφρυνσης του χρέους, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί παραμένουν αυστηρά εντός του πλαισίου που είχε συμφωνηθεί από τον Μάιο του 2016 με στόχο οι άμεσες ανάγκες εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους να μην υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ σε βραχυχρόνιο ορίζοντα και το 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια, έτσι ώστε η καμπύλη του χρέους να βαίνει μακροπρόθεσμα μειούμενη. Μοναδικό, δυνητικό, κέρδος του χθεσινού Eurogroup είναι ο μηχανισμός προσαρμογής ανάπτυξης που περιγράφεται στο πλαίσιο του προσδιορισμού των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης μετά το τέλος του προγράμματος.  

Το δια ταύτα: πρώτον, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αγόρασε χρόνο μέχρι τις εκλογές για λογαριασμό της γερμανικής κυβέρνησης με τα λεφτά των Ελλήνων φορολογουμένων (μέτρα €5,5 δισ.)• δεύτερον, η ελληνική κυβέρνηση αγόρασε πολιτικό - ή, ακριβέστερα, κομματικό - χρόνο έξι μηνών έως ότου φθάσει στο μη περαιτέρω της διαπραγμάτευσης θυσιάζοντας ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 1.5% (επιπλέον δυνητική απώλεια 2,5 δισ. ευρώ) με αντιστάθμισμα έναν αόριστο μηχανισμός προσαρμογής ανάπτυξης συνδεδεμένο με την ελάφρυνση χρέους. Η απώλεια προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του ρυθμού ανάπτυξης (1,1% για το 2017) που προβλέπει για την Ελλάδα ο ΟΟΣΑ στην εξαμηνιαία έκθεση για την παγκόσμια οικονομία που δημοσιεύθηκε προσφάτως, και  των εκτιμήσεων για 2,5-2,7% που είχαν γίνει στα τέλη του 2016 από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Κομισιόν.

Πάντως, ένας άμεσος εκτροχιασμός το καλοκαίρι απεφεύχθη. Θα ξανασυμβεί, άραγε, αργότερα μια μεγάλη κρίση με επίκεντρο το ελληνικό ζήτημα; Στα λόγια του Βολταίρου, "δεν πρέπει να προσβάλλουμε το μέλλον προσπαθώντας να το προβλέψουμε"...

* Ο κ. Κωνσταντίνος Γκράβας είναι οικονομολόγος - αναλυτής διεθνών αγορών και επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Διοικήσεως και Επιτελών (ΣΔΙΕΠ) της Πολεμικής Αεροπορίας.

πηγή: Ανάλυση Eurogroup: Too…bad to be true?