Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

 


Στο Capital.gr: Ανήθικη 'διαπραγμάτευση'

Άρθρα | 02-06-2017 12:46



Του Κωνσταντίνου Γκράβα

Μετά τη νομισματική κρίση στην Αργεντινή στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τροποποίησε το θεσμικό πλαίσιο ως προς τις κατ ' εξαίρεση ρυθμίσεις πρόσβασης μιας χώρας-μέλους του σε δανεισμό. Το πλαίσιο δανεισμού που ίσχυε μέχρι και το 2009 προέβλεπε μεταξύ των τεσσάρων κριτηρίων δανεισμού σε εξαιρετικές συνθήκες ότι, προκειμένου να χορηγήσει το Ταμείο δάνειο σε μια χώρα καθ’ υπέρβαση της ποσόστωσης (quota) που έχει, θα έπρεπε να τεκμαίρεται η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της χώρας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. 

Το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης με την κατάρρευση της Lehman το 2008 δημιούργησε κοινό συμφέρον μεταξύ των τριών οικονομικά ισχυρότερων δυνάμεων – των Ηνωμένων Πολιτειών, στην Αμερική, της Γερμανίας, στην Ευρωζώνη, και της Κίνας, στην Ασία–για θεσμικές διευθετήσεις τέτοιες ώστε να διατηρηθεί το υπάρχον status quo του αμερικανικού δολαρίου• ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος. Έτσι στο πλαίσιο της "νομισματικής ειρήνης" το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κλήθηκε να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα το 2010 κατ’ εξαίρεση όσων προέβλεπε το καταστατικό του. Για την εξαίρεση αυτή το Ταμείο επικαλέσθηκε τον "συστημικό" κίνδυνο εξάπλωσης της κρίσης σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Καθώς στη νομισματική ένωση του ευρώ δεν υπήρχε θεσμός αντίστοιχος με το ΔΝΤ, η Ευρωζώνη χρειάσθηκε την τεχνογνωσία και τη συνδρομή του Ταμείου στα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής των οικονομιών του ευρωπαϊκού νότου. Υπήρχε εδραία πεποίθηση ότι το ΔΝΤ ήταν ο καλύτερα εξοπλισμένος θεσμός για να αντεπεξέλθει στις τεχνικές δυσκολίες που συνδέονταν με τη διαπραγμάτευση και παρακολούθηση του προγράμματος.

Στην πορεία του χρόνου η συνταγή των δύο πρώτων μνημονίων απεδείχθη λανθασμένη. Περισσότερο, σε ότι αφορά αφενός τον εξαιρετικά βραχύ χρονικό ορίζοντα στοχοθέτησης και αφετέρου την απουσία αντισταθμιστικών δράσεων ανάσχεσης των επιπτώσεων της βαθιάς ύφεσης στη ραγδαία μείωση του Εθνικού Εισοδήματος και την εκτίναξη της ανεργίας – ιδιαίτερα των νέων – στον ιδιωτικό τομέα. Λιγότερο, σε σχέση με την τελική επίτευξη ισορροπίας μεσο-μακροχρόνια σε κατάσταση λογικών πρωτογενών πλεονασμάτων, διαβίωσης χωρίς δανεικά, βιώσιμης ανάπτυξης και μετεξέλιξης της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας. Αλλά και οι ελληνικές κυβερνήσεις που εκλήθησαν να εφαρμόσουν τις μνημονιακές συνταγές δημοσιονομικής προσαρμογής και εξυγίανσης, επέλεξαν α λα καρτ τις προτεινόμενες δράσεις. Υπήρξαν καθυστερήσεις και συνεχείς αναβολές στο συμμάζεμα ανενεργών πελατειακών φορέων του ευρύτερου δημοσίου τομέα, στην αξιολόγηση του προσωπικού του στενού δημοσίου τομέα με αξιοκρατικά κριτήρια, στη διασταύρωση στοιχείων προς αντιμετώπιση φαινομένων φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής και απάτης σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος (επιδόματα και συντάξεις "μαϊμού"). Η απουσία πολιτικής βούλησης, το συντεχνιακό κράτος και τα συνδικαλιστικά συμφέροντα, η ψευδαίσθηση ότι οι καθυστερήσεις θα ανέβαλλαν εις το διηνεκές την εφαρμογή των επώδυνων δράσεων, πολλαπλασίασαν το κόστος για την οικονομία. 

Μετά την πολιτική στροφή από τα δύο μνημόνια, ο εκτροχιασμός της διαπραγμάτευσης κατά το πρώτο επτάμηνο του 2015 είχε βαρύ κόστος μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ το οποίο προστέθηκε στον λογαριασμό του τρίτου μνημονίου.Το υφεσιακό τρίτο πρόγραμμα, που περιέλαβε σωρευτικά τα δύο προηγούμενα συν το σοβαρό κόστος της επτάμηνης διαπραγμάτευσης, είχε εξαρχής δύο "γλυκαντικά" (sweeteners): πρώτον, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και δεύτερον, το επενδυτικό πακέτο Γιουνκέρ. Κι ενώ η Ευρωζώνη χρειάζεται δημόσιες επενδύσεις και μείωση φόρων όπως κατ΄ επανάληψη έχει σημειώσει ο Μάριο Ντράγκι, η Ελλάδα κινείται με φόρα προς την αντίθετη κατεύθυνση: στερείται δημοσιονομικού χώρου για δημόσιες, ενώ λειτουργεί σε περιβάλλον διαρκούς υπερφορολόγησης αποθαρρύνοντας και τις ιδιωτικές, επενδύσεις. Αντί αξιοποίησης των αντισταθμιστικών γλυκαντικών, η χώρα μας απέχει παραμένοντας"ειδική περίπτωση"στην Ευρωζώνη υπό τη μάστιγα της πολιτικής αδράνειας και της τεχνοκρατικής ανεπάρκειας• που, αμφότερες,συνθέτουν το εσωτερικό παζλ μιας οιονεί στασιμοδυστοπίας

Επειδή η κοντή μνήμη δεν πρέπει να διαγράφει τη μακρά, ούτε η γρήγορη σκέψη να κυριαρχεί της αργής (κατά το περίφημο πόνημα 'Thinking, Fast and Slow' του Daniel Kahneman), υπογραμμίζουμε ότι το δημόσιο χρέος της χώρας ουδέποτε στα χρόνια των μνημονίων ήταν βιώσιμο• ούτε πριν το 2015, ούτε βεβαίως μετά.Στην καλύτερη περίπτωση, η απάντηση περί βιωσιμότητας χρέους προ του 2015 ήταν σχετική. Επιπλέον, μετά το 2015 κατέστη απολύτως μη βιώσιμο, πέραν του δημοσίου, και το ιδιωτικό χρέος. Γεγονός που αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Αντίστοιχου βεληνεκούς με εκείνη που χτυπά, τικ-τακ … τικ-τακ, καθώς αυξάνονται οι φτωχοί προϊούσης της κρίσης. Το σημαντικό κοινωνικοοικονομικό κόστος δημιουργεί φαύλο κύκλο: περισσότεροι νέοι αδυνατούν να ολοκληρώσουν τη δευτεροβάθμια ή να συνεχίσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση• αναζητούν ευκαιριακή απασχόληση χαμηλών προσόντων δίχως μεσο-μακροπρόθεσμη προοπτική• επιπλέον, δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν κανέναν οικογενειακό προγραμματισμό. Σε αυτά προστίθενται οι ψυχολογικές επιπτώσεις της υποτίμησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η αποθάρρυνση της δημιουργικότητας και προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, και συνακόλουθα, η χαλάρωση των αντιστάσεων προς ακραίες και δημαγωγικές πολιτικές ρητορικές. Γίνονται έτσι οι "φτωχοί νέοι" μαζί με τους "νέους φτωχούς" δεκτικοί στα φαινόμενα εξτρεμισμού, υποσκάπτοντας τη δημοκρατική δομή και κουλτούρα της κοινωνίας μας.†

Σε αυτό το πλαίσιο, μήνα με τον μήνα, Eurogroup με το Eurogroup, η ελληνική κυβέρνηση και οι θεσμοί – ή, οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση, αν στριφογυρίσουμε τις λέξεις όπως στριφογυρίζει η διαπραγμάτευση γύρω από το ίδιο σημείο – προαναγγέλλουν κατ’ επανάληψη το μέτρο της αποτυχίας τους. Ένα ασυνεπές πρωθύστερο σχήμα...

Στα λόγια του ποιητή, δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, προσμένουν ίσως κάποιο θάμα...

† βλ. και ‘Το πατριωτικό... Χρέος μας προς τους Νέους!’.   

* Ο κ. Κωνσταντίνος Γκράβας είναι οικονομολόγος - αναλυτής διεθνών αγορών και επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Διοικήσεως και Επιτελών (ΣΔΙΕΠ) της Πολεμικής Αεροπορίας.

πηγή: Capital.gr: Ανήθικη 'διαπραγμάτευση'

 



Επιστροφή

Newsletter