Του Κωνσταντίνου Γκράβα

Λιγοστεύει ο χρόνος για την επίτευξη συμβιβασμού με τους εταίρους και πιστωτές, αυξάνεται ο κίνδυνος ατυχήματος που συνδέεται με την εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας μέχρι τον Ιούλιο, και τίθεται εν αμφιβόλω η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της μετά την εκπνοή του τρίτου προγράμματος το καλοκαίρι του 2018. 

Ταυτόχρονα, στο μέτωπο των διεθνών οικονομικών σχέσεων που η ιστορία διδάσκει ότι συχνά μεταβάλλονται από πλαίσιο συνεργασίας σε σύγκρουσης και αντιστρόφως, η αλλαγή των ισορροπιών μετά την εκλογή Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να διαταράσσει το καθεστώς της "νομισματικής ειρήνης”. Πρόκειται για το πλαίσιο πολιτικής (policy regime) που είχε εδραιωθεί μεταξύ του τριγώνου ΗΠΑ – Γερμανίας (Ευρωζώνης) – Κίνας προκειμένου να διατηρηθεί το status quo του αμερικανικού δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος στην περίοδο της "Μεγάλης Ύφεσης” (Great Recession) που ξέσπασε με την κατάρρευση της Lehman Brothers. Το πλαίσιο αμοιβαία επωφελούς οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων οδήγησε τις δύο πραγματικά συστημικές κεντρικές τράπεζες, την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών (Fed) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ECB), σε συντονισμό της νομισματικής πολιτικής στο μέτρο του δυνατού, με τη συνεργασία να εντείνεται ιδιαίτερα μετά την ανάληψη της προεδρίας της δεύτερης από τον Μάριο Ντράγκι. Άλλωστε, η ιστορία πάλι διδάσκει ότι, μείζονα σημασία δεν έχουν μόνον οι θεσμοί αλλά και τα πρόσωπα.       

Εφόσον η οικονομική πολιτική του προέδρου Τραμπ κατά τους επόμενους μήνες δεν αποκλίνει από την προεκλογική αλλά και μετεκλογική – των πρώτων δέκα ημερών – ρητορική του, το νέο δόγμα "Πρώτα η Αμερική” ενδέχεται να δημιουργήσει νομισματική ανασφάλεια και να ανατρέψει την ισορροπία της (νομισματικής) ειρήνης. Τηρουμένων των αναλογιών, η κατάσταση προσομοιάζει με την περίοδο που ακολούθησε την εκλογή Νίξον στον Λευκό Οίκο το 1968. Η κατάρρευση το 1971 του διεθνούς νομισματικού συστήματος Bretton Woods που στηριζόταν στον κανόνα δολαρίου – χρυσού, δημιούργησε την ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των επίσης εκλεγέντων την περίοδο εκείνη στον γαλλογερμανικό πολιτικό άξονα, προέδρου Ζωρζ Πομπιντού και καγκελάριου Βίλι Μπραντ. Δεν συνιστά υπερβολή το συμπέρασμα ότι η μονόπλευρη πολιτική θεώρησης των διατλαντικών σχέσεων εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης, ενδυνάμωσε το επιχείρημα υπέρ της εμβάθυνσης της συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Έτσι, με πολλά εμπόδια αλλά σταθερό προσανατολισμό στην επίτευξη νομισματικής ειρήνης εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου, το – ανέκαθεν πρωτίστως πολιτικό – εγχείρημα του ευρώ έγινε μετά από δεκαετίες πραγματικότητα. 

Η χώρα μας μπήκε το 2010 στην εποχή των μνημονίων πληρώνοντας βαρύτατο τίμημα εξαιτίας του γεγονότος ότι ήταν με δική της προφανώς ευθύνη, εξαιτίας της μη χρηστής διαχείρισης την εποχή των παχιών αγελάδων, ο πιο αδύναμος και ευάλωτος κρίκος της Ευρωζώνης. Η σιωπηρή συμφωνία για νομισματική ειρήνη μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων της σύγχρονης εποχής, έφερε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού. Η Ευρωζώνη δεν είχε δικό της "Νομισματικό Ταμείο", χρειάσθηκε λοιπόν την τεχνογνωσία και την συνδρομή του ΔΝΤ στα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής των οικονομιών του ευρωπαϊκού νότου. Έτσι, πρώτον, ο αμερικανικός παράγων απέκτησε κυρίαρχο ρόλο στην Ευρωζώνη διατηρώντας το "εξωφρενικά ακριβό προνόμιο" του δολαρίου στο διεθνές νομισματικό σύστημα. Δεύτερον, η Γερμανία αξιοποίησε έναν ανεξάρτητο θεσμό ως φόβητρο εφαρμογής της δημοσιονομικής προσαρμογής προς την κατεύθυνση των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Και, τρίτον, η Κίνα κέρδισε την ισορροπία του δολαρίου στο οποίο είχε προσδεδεμένο το γουάν, καθώς το ευρώ θα βρισκόταν εφεξής στο μάτι του κυκλώνα της κρίσης.† Στο πλαίσιο αυτό, δεδομένων των σοβαρών χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού κράτους τόσο για να λειτουργήσει τις υπηρεσίες του όσο και για να αναχρηματοδοτήσει το χρέος του, η αποφυγή ένταξης σε κάποιο σχήμα διεθνούς οικονομικού ελέγχου έμοιαζε μάλλον με ουτοπία. Σταθερή εκτίμηση ωστόσο του γράφοντος είναι ότι η χώρα θα μπορούσε είτε να κερδίσει περισσότερο χρόνο διαπραγμάτευσης, είτε να επιτύχει συμφωνία με ευνοϊκότερους όρους εξαρχής για το χρέος∙ και πάντως, να μην πυροβολήσει από μόνη τα πόδια της πιάνοντας το "πιστόλι στο τραπέζι” (ΔΝΤ).

Τούτων δοθέντων, δεδομένου ότι η πολιτική όχι σπάνια είναι η επιλογή μεταξύ του κακού και του χειρότερου, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να ολοκληρώσει την αξιολόγηση το αργότερο μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου. Με τον αναγκαίο και επώδυνο συμβιβασμό η κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει το μέλλον της Ελλάδας και των επόμενων γενεών μέσα στην Ευρωπαϊκή οικογένεια, αντί να χρονοτριβεί άσκοπα διερευνώντας το μέλλον της Ευρωζώνης στη νέα διεθνή τάξη πραγμάτων και ρισκάροντας έτσι ένα καταστροφικό ατύχημα. Γιατί είναι χρέος όλων, ο οικονομικός αναλφαβητισμός να εκλείψει από τον δημόσιο διάλογο. Άλλο πράγμα να είναι μια χώρα εξαρχής εκτός της ζώνης του κοινού νομίσματος και άλλο να βρίσκεται εντός και μετά να βγαίνει εκτός∙ το δεύτερο ισοδυναμεί με ξαφνικό οικονομικό θάνατο στα όρια εθνικής καταστροφής. Και η "Βουλή της δραχμής", πιστέψτε με, δεν θα έχει ούτε τον χρόνο ούτε μάλλον τον χώρο να το συζητήσει...
  
* Ο κ. Κωνσταντίνος Γκράβας είναι οικονομολόγος - αναλυτής διεθνών αγορών και υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικής Οικονομίας στο τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ.

 Από τον νομισματικό πόλεμο στην ειρήνη. Foreign Affairs The Hellenic Edition, (42), σ.σ. 86-105.

 

πηγή: Capital.gr: "Πριν τη Βουλή της δραχμής"